M2 ΚΑΤΑ FAB



ΜΑΘΕ ΓΙΑΤΙ !

ΚΑΠΟΙΑ στιγμή, μετά την πρώτη μου χημειοθεραπεία, αποφάσισα να αναζητήσω στο internet πληροφορίες σχετικά με την ασθένειά μου. Έβαλα, λοιπόν, κάτω τις μηχανές αναζήτησης και τις έστρωσα σε σκληρή δουλειά. Αμέτρητα sites, άπειρα! Κατέβαζα και ξανα-κατέβαζα, αποθήκευα και ξανα-αποθήκευα, πληροφορίες επί πληροφοριών, θεραπείες, φάρμακα, πρακτικά συνεδρίων, στατιστικά, εγκυκλοπαιδικά, ό,τι βάλει ο νους του ανθρώπου (ή καλύτερα του αρρώστου) κι ακόμα περισσότερα.

Κι όμως, κάτι δε με ικανοποιούσε (εκτός απ' τα στατιστικά επιβίωσης). Κάτι σημαντικό φαινότανε να λείπει. Πίσω από αυτή την αφθονία των πληροφοριών, μέσα στο χάος των ιατρικών στοιχείων, έμοιαζε να βουλιάζει και να χάνεται το ουσιώδες και το πραγματικό, το πολύτιμο: ο άνθρωπος! Άπειρες γνώσεις και στοιχεία επιστημονικά, όμως ο ίδιος ο ασθενής πουθενά! Κάπου θα χάθηκε λέω, κάπου θα πνίγηκε μέσα στον κυκεώνα της πληροφορίας, των αριθμών και της εξειδίκευσης. Κάπου θα σκόνταψε ανάμεσα στα "Στενογραφημένα πρακτικά και άπρακτα του 38ου συνεδρίου μεταμεσονύχτιας ογκολογίας" και στα "Νεότερα στατιστικά στοιχεία για τη νυχοφαγία ασθενών σε προχωρημένο στάδιο απλασίας".

Έτσι, πήρα το πρώτο μου μάθημα περί των θανατηφόρων ασθενειών: ό,τι μπορεί να είναι εξαιρετικής σημασίας για το γιατρό και τον επιστήμονα, μπορεί να είναι παντελώς αδιάφορο για τον ασθενή (τονίζοντας: αδιάφορο αλλά όχι ασήμαντο). Κι επειδή αυτό, ίσως, δεν ακούγεται καλά ας το επαναδιατυπώσω: ας κάνουν οι γιατροί τη δουλειά τους και θα κάνουμε κι εμείς τη δική μας. Πράγμα που σημαίνει πως όλοι προσπαθούμε για τον ίδιο στόχο, αλλά όχι απαραίτητα και με τον ίδιο τρόπο. Όμως, πλατειάζω λιγάκι και να με συγχωρείτε (αλλά δική μου είναι η ιστοσελίδα και θα πλατειάζω όσο θέλω!).

Όπως θα θυμάστε οι "παλαιότεροι" και το ζείτε άμεσα οι "νεότεροι", όταν πρωτομαθαίνουμε το "χαρμόσυνο" γεγονός οι περισσότεροι παθαίνουμε ένα μικρό σοκ, δεν το εκδηλώνουμε όμως όλοι με το ίδιο τρόπο. Άλλοι το συνειδητοποιούν άμεσα κι άλλοι δε λένε να το παραδεχτούν με τίποτα, άλλοι αντιδρούν πιο χαλαρά και ψύχραιμα ενώ άλλοι, πάλι, πανικοβάλλονται και προσπαθούν να καταρρίψουν τα ρεκόρ υστερίας ή, ακόμα χειρότερα, φλερτάρουν με την ιδέα της αυτοκτονίας. Και πολλά ακόμη, τραγικά κι ευτράπελα, τα οποία οι ψυχολόγοι τα γνωρίζουν, ίσως, καλύτερα.

Όμως, σαν περάσει ο καιρός και ηρεμήσουν τα πνεύματα (και ειδικά τα αίματα!), αρχίζουμε, σιγά-σιγά, να αποδεχόμαστε όλο και περισσότερο την κατάστασή μας και να βιώνουμε όλο και βαθύτερα τη λευχαιμία όχι πια σαν ένα κακό όνειρο απ' το οποίο κάποτε θα ξυπνήσουμε, αλλά σαν μία υπαρκτή πραγματικότητα της ζωής μας (απ' την οποία μπορεί και να μην "ξυπνήσουμε" και) την οποία πρέπει, κάπως και κάποτε, να αντιμετωπίσουμε.

Τότε, σιγά-σιγά πάλι, αρχίζουμε να βλέπουμε και να νιώθουμε τους εαυτούς μας όχι πια τελείως μονάχους, απομονωμένους και απελπισμένους, όπως πριν, αλλά ως μέλη μιας ευρύτερης κοινωνίας ανθρώπων που πάσχουν και υποφέρουν, όπως εμείς, από κάτι παρόμοιο ή πολλές φορές από κάτι χειρότερο. Παύουμε, με άλλα λόγια, να αισθανόμαστε αποκομμένοι ή περιθωριοποιημένοι από το σύνολο των "υγιών" και αισθανόμαστε, πλέον, συγκοινωνοί μιας νέας παρέας, της παρέας των "ασθενών". Είναι απλά θέμα προοπτικής. Ανακαλύπτουμε μια εντελώς καινούργια (για μας) κοινωνία, την οποία αγνοούσαμε, αλλά η οποία ήταν πάντα εκεί, πλάι στις ανυποψίαστες ζωές μας, να δίνει το δικό της αγώνα επιβίωσης. Και να που, τώρα, είμαστε κι εμείς μέλη της! (Welcome to the club...)

Θυμάμαι, λοιπόν, τον εαυτό μου, εκείνες τις πρώτες μέρες - κι ίσως είναι περιττό να το επισημάνω - το πόσο μεγάλη ήταν η ανάγκη που είχα να μιλήσω και να μοιραστώ τους φόβους και τις σκέψεις μου με κάποιον άλλον. Όχι έναν οποιονδήποτε, αλλά κάποιον σαν κι εμένα, κάποιον που έπασχε από λευχαιμία, κάποιον που θα με άκουγε και θα με καταλάβαινε στα σίγουρα (γιατί αλίμονο διαπιστώνω όλο και περισσότερο, και ειδικά τώρα που μπορώ πια να κυκλοφορώ ξανά, σε τι βαθιά μεσάνυχτα ζει ο περισσότερος κόσμος εκεί "έξω" - αλλά μιλάμε ότι είναι ΒΑΘΙΑ ΝΥΧΤΩΜΕΝΟΙ!!!).

Θυμάμαι πόση αξία, ανυπολόγιστη, είχε για μένα, να κουβεντιάσω και μ' άλλους ανθρώπους που βίωναν παρόμοιες, δύσκολες καταστάσεις. Να μάθω τι σκέφτονταν και τι ένιωθαν, πόσο δυνατοί ή αδύναμοι αισθάνονταν, πώς το παλεύανε. Ή, ακόμη περισσότερο, πράγματα βαθύτερα, για το πώς αντιλαμβάνονταν τον εαυτό τους και τη ζωή τους στα πλαίσια της ασθένειας, πώς αντιλαμβάνονταν το θάνατο ή το θάνατό τους ειδικότερα, αν πίστευαν στο θεό κι αν ναι, πώς αντλούσαν δύναμη απ' την πίστη. Πράγματα άλλοτε απλά κι αυθόρμητα, άλλοτε στοχαστικά και μπερδεμένα, πάντοτε όμως αληθινά κι ανθρώπινα, απογυμνωμένα και απελευθερωμένα απ' το επουσιώδες και το επιδεικτικό που συνήθως ροκανίζουν και χαραμίζουν τις σκέψεις μας.

Αυτή την επικοινωνία γύρευα και γυρεύω ακόμα (ίσως πια για διαφορετικούς λόγους), αυτή την επαφή με τους ομοίους μου, αυτή τη κουβεντούλα με φίλους (όπως εσείς), αυτό το μοίρασμα. Κι ήταν η ανάγκη αυτή που με οδήγησε να ψάξω στο internet, όμως μάταια! Γιατί, όπως έγραψα και πριν, όλοι προσπαθούν να μιλήσουν για τη λευχαιμία, όμως πολλοί λίγοι προσπαθούν (ή ξέρουν, ή ενδιαφέρονται) να μιλήσουν για τον άρρωστο.

Έτσι γεννήθηκε και η ιδέα για τη σελίδα αυτή: εγώ θα σας μιλήσω για τα δικά μου χάλια, κι εσείς θα μου πείτε για τα δικά σας! Αυτό θέλω να δημιουργήσω σε τούτη την ταπεινή γωνιά του διαδικτύου. Ένα σημείο αναφοράς, ένα χώρο δικό μας για να συναντιόμαστε και να μοιραζόμαστε. Όχι chatroom, ούτε blog, ούτε newsgroup! Κάτι σαν την εβδομαδιαία συγκέντρωση των Ανώνυμων Αλκοολικών, θα σηκώνεται ο καθένας με τη σειρά του και θα μοιράζεται με τους υπόλοιπους την ιστορία του, τις σκέψεις του, τα συναισθήματά του τα απόκρυφα, τον αγώνα του. Χωρίς διακοπές, χωρίς αδιέξοδους διαλόγους, θα δανείζει ο καθένας τη ματιά του στους υπόλοιπους, κι όλοι μαζί θα βλέπουμε με χίλια μάτια, κι όλοι μαζί θα αγωνιζόμαστε και θ' αντέχουμε με χίλιες καρδιές, και τέλος όλοι μαζί ίσως καταφέρουμε να αθροίσουμε καμιά 200αριά χιλιάδες αιμοπετάλια...

ΣΑΣ ΠΡΟΣΚΑΛΩ, λοιπόν, (και σας ΠΡΟΚΑΛΩ!) να μου στείλετε τις δικές σας ιστορίες, τις δικές σας σκέψεις! Γράψτε μου ό,τι θέλετε, ό,τι σκέφτεστε! Γράψτε μου λίγα ή πολλά, γράψτε μου λιγότερα ή περισσότερα! Γράψτε μου επώνυμα ή ανώνυμα ή ψευδώνυμα! Γράψτε μου είτε πάσχετε από λευχαιμία, είτε από βαρυκοΐα! Είτε πάσχετε από κάτι, είτε από τίποτα! Γράψτε μου τα πάντα για τη ζωή σας, από τη μέρα που το μάθατε μέχρι και σήμερα, είτε στείλτε απλά ένα mail που να λέει "Γειά σας! Είμαι ακόμα εδώ!" ή "Για το πείσμα σας γουρούνια θα αντέχω!" ή ακόμα "Δε θα πεθάνουμε ποτέ, κουφάλα νεκροθάφτη"! Γράψτε μου ό,τι ελπίζετε ή ό,τι φοβάστε, γράψτε φιλοσοφίες ή αμπελοφιλοσοφίες!

Γράψτε οτιδήποτε θέλετε να μοιραστείτε με την παρέα ετούτη που φιλοδοξώ να δημιουργήσουμε! Γιατί είμαστε ήδη μια παρέα, αρκεί να το συνειδητοποιήσουμε. Γιατί δίνουμε όλοι έναν αγώνα που δε μπορούν να τον καταλάβουν άλλοι πέρα από εμάς. Και, τέλος, γιατί κι εγώ θα βγάλω ένα σωρό χρήματα απ' τις διαφημίσεις και τους σπόνσορες που θα γεμίσουν τη σελίδα αν υπάρχει ανταπόκριση (έι, αστειεύομαι)! Στείλτε μου ένα e-mail με όσα θέλετε να μοιραστείτε και θα το συμπεριλάβω στην σελίδα. Έτσι, λίγο-λίγο, kilobyte στο kilobyte, θα δημιουργήσουμε μια βάση δεδομένων με δεκάδες ή εκατοντάδες (ή χιλιάδες) ιστορίες, τις ιστορίες μας. Κι όποιος από μας αισθάνεται μονάχος μες τη λευχαιμία του (ή οτιδήποτε παρόμοιο), θα έρχεται να του κρατάνε συντροφιά τα λόγια μας, η σκέψη μας, η αγάπη μας!

ΘΑ μου πείτε τώρα (και με το δίκιο σας) "καλά! μετά από τόσους μήνες στην κλινική δε γνώρισες αρκετούς ανθρώπους, δεν κουβέντιασες αρκετά, δεν είδες, δεν άκουσες; τι άλλο γυρεύεις πια;". Καλή ερώτηση, αλλά σας έχω μια ακόμη καλύτερη απάντηση. Και, μάλιστα για την ακρίβεια, έχω πολλές απαντήσεις!

Καταρχήν, με όσους κι αν έχεις μιλήσει, υπάρχουν πάντα πολλοί περισσότεροι με τους οποίους δεν έχεις μιλήσει! Και καλά, εγώ βρήκα μιαν άκρη, ικανοποίησα τις ανάγκες και τις ανασφάλειές μου, με τους υπόλοιπους τι γίνεται; Τι γίνεται με όλους εκείνους οι οποίοι ζητούν μια παρόμοια συντροφιά και δεν είναι δυνατόν να τη βρουν; Που γυρεύουν την κουβέντα και την κατανόηση, αλλά δεν υπάρχει κανένας τριγύρω τους ικανός να τους την προσφέρει; Δεν νομίζετε ότι όλοι εμείς που βρήκαμε το δρόμο μας, ή το παλεύουμε ακόμη, δε νομίζετε ότι οφείλουμε να μοιραστούμε αυτό που μοιράστηκαν μαζί μας;

Εν συνεχεία, κανείς δεν σου εγγυάται ότι τα άτομα με τα οποία θα συν-νοσηλευτείς, την συγκεκριμένη περίοδο, θα είναι εξίσου ικανά ή ανοιχτά στη συζήτηση με σένα. Όχι μόνο, γιατί μπορεί να μην έχουν την ψυχική δύναμη ή την ωριμότητα για μια τέτοια κουβέντα αλλά και για πολλούς άλλους λόγους, είτε λόγω ηλικίας, είτε γιατί, εξαιτίας των παρενεργειών απ' τις χημειοθεραπείες, δεν έχουν ούτε την διάθεση, ούτε και τη διαύγεια.

Για παράδειγμα: στην πρώτη μου θεραπεία, νοσηλεύτηκα στο ίδιο δωμάτιο με τον Βασιλάκη, έναν πιτσιρίκο 15 χρονών, πολύ καλό μου φίλο ο οποίος τελικά δεν τα κατάφερε. Οι γονείς του Βασίλη λοιπόν, όπως ήταν φυσικό κι αναμενόμενο, στην αρχή τον είχαν ταράξει στο παραμύθι. Τι να μιλήσω, λοιπόν, εγώ και τι να πω και με ποιον να κουβεντιάσω; Ακόμα κι όταν ο φιλαράκος μου κατάλαβε τι συμβαίνει, αν και ομολογώ σε ωριμότητα και ευφυία έβαζε κάτω πολλούς ενήλικες, ωστόσο, πώς να κουβεντιάσεις για το θάνατο μ' ένα παλικαράκι 15 χρονών, που το μόνο που γύρευε ήταν να στείλει στα τσακίδια τους χίλιους-μύριους ορούς που κρέμονταν από πάνω του, σα δαμόκλειος σπάθη, να καβαλήσει το μηχανάκι του και να ξεχυθεί στους δρόμους και στις αγκαλιές των κοριτσιών;

Έτσι, φτάνουμε σ' έναν ακόμη λόγο, ίσως τελευταίο. Παρατήρησα, και στους άλλους μα και στον εαυτό μου, πως όσο δυνατός κι αν είναι κάποιος, όσο ανοικτός και έτοιμος για την πιο γενναία συζήτηση, σπάνια κατά τη φάση της νοσηλείας, κάνει πραγματικά τέτοιες βαθιές και ειλικρινείς εξομολογήσεις. Ο λόγος απλός: μέσα στην κλινική όλοι αγωνίζονται να συντηρήσουν ένα κλίμα αισιοδοξίας κι ελπίδας, τόσο για τον εαυτό τους, όσο και για τους γύρω τους. Ανθρώπινο και αναγκαίο δε διαφωνώ, σημαντικό όσο δεν παίρνει.

Τι γίνεται όμως, με τα ενδόμυχα συναισθήματά μας; Τι γίνεται με τους φόβους μας, με τις βαθύτερες σκέψεις μας, με τον πραγματικό, ολόψυχο αγώνα μας ενάντια στον πόνο και το θάνατο; Τι γίνεται με όλα αυτά τα θέματα "ταμπού", αυτά που "ο κόσμος τα 'χει τούμπανο κι εμείς κρυφό καμάρι"; Δε πρέπει κάποτε να τολμήσουμε να ξεστομίσουμε αυτή την "τρομερή" κουβέντα; ΘΑΝΑΤΟΣ! Αφού μας τριβελίζει συνεχώς το μυαλό, αφού μπλέκεται στις περισσότερες σκέψεις μας, γιατί νιώθουμε τόσο βολικά με την υποκρισία και τον στρουθοκαμηλισμό μας; Έτσι λοιπόν, πώς ν' ανοίξεις κουβέντα; Κι αν εσύ τολμάς, με τι καρδιά ή τι θράσος, θα πλησιάσεις τον άλλο και θ' απαιτήσεις κι από εκείνον να τολμήσει; Δεν είμαστε όλοι το ίδιο κι αυτό συχνά μας καταδικάζει σε τούτο το μικρό θέατρο, σε τούτη τη μικρή απομόνωση, σε τούτον τον ενδόμυχο μονόλογο.

Αφού, λοιπόν, δε μπορούμε να τ' αλλάξουμε, ας το εκμεταλλευτούμε ως έχει! Όλοι, μόνοι με τον εαυτό μας, σκεφτόμαστε σχεδόν τα πάντα. Είτε συνειδητά, είτε όχι, αναπτύσσουμε μια νέα φιλοσοφία και στάση ζωής. Μπροστά στην ιδέα του θανάτου, αρχίζουμε λίγο-λίγο να ξυπνάμε απ' το λήθαργο της καθημερινότητας και ν' αντικρίζουμε τον κόσμο και τη ζωή από άλλη σκοπιά. Ανακαλύπτουμε, αναθεωρούμε, συμβιβαζόμαστε, συμπεραίνουμε, διαπιστώνουμε... Απέναντι στο θάνατο, ο ειλικρινής άνθρωπος παρουσιάζει μια τέτοιαν έξαρση, έναν τέτοιον οργασμό σκέψεων και συναισθημάτων, που, κατά την ταπεινή μου γνώμη, μόνον απέναντι στον έρωτα παρουσιάζει ξανά κάποιος. Τι γίνεται με όλες αυτές τις σκέψεις, όμως; Δεν είναι κρίμα, μετά απ' όλα όσα έγραψα πρωτύτερα, να τις κρατάμε συνεχώς μέσα μας, μόνο για τον εαυτό μας;

Όχι, μόνον, μπορούμε να βοηθήσουμε ο ένας τον άλλο με το να τις μοιραστούμε αλλά, πολύ περισσότερο, μπορεί να μας δώσουν τη δυνατότητα να πάψουμε πια να είμαστε ασθενείς παθητικοί και μοιρολάτρες. Μπορεί, επιτέλους, να μεταμορφωθούμε σε πραγματικούς αγωνιστές της ζωής! Σε ρεαλιστές που ούτε θα υποτιμούν, αλλά ούτε και θα υπερεκτιμούν το μέγεθος και την ικανότητα του εχθρού! Σε σκληροτράχηλους μαχητές που, βήμα το βήμα, θα κερδίζουν με την αξία τους την κάθε στιγμή της ζωής τους, έως και την τελευταία τους ανάσα, είτε αυτή έρθει πρόωρα, είτε μετά από πολλά-πολλά χρόνια!

Καθίστε, λοιπόν, και γράψτε όλα αυτά που σκεφτήκατε και νιώσατε, αλλά δεν τα είπατε ποτέ σε κανέναν γιατί κανέναν δε βρήκατε για να τα πείτε. Καθίστε ήρεμα κι απρόσκοπτα, απολυτρωμένοι από οποιονδήποτε δισταγμό ή επιφύλαξη, προστατευμένοι από την ανωνυμία σας (εφόσον την επιθυμείτε), καθίστε και γράψτε όσα δεν τολμούσατε ή δε μπορούσατε να ξεστομίσετε ανοιχτά. Κάποιοι θα υπάρχουν που το έχουν ανάγκη να τα διαβάσουν, για να πάψουν πια να νιώθουν μόνοι. Κάποιοι σας έχουν ανάγκη και κάποιους εσείς. Χρειαζόμαστε όλοι ο ένας τον άλλο! Γι' αυτό βοηθήστε με σ' αυτό που προσπαθώ να καταφέρω εδώ, μια βάση δεδομένων γεμάτη ιστορίες ανθρώπινες κι αληθινές, μια αγκαλιά δεδομένων με τη δική της ψυχή, με τη δική σας! Δανείστε λίγο από τον εαυτό σας! Μπορεί σε λίγο καιρό, κάποιοι από μας να μην υπάρχουμε πλέον! Το κομμάτι μας, όμως, εκείνο που θα έχουμε αφήσει εδώ, θα συνεχίζει να κουβεντιάζει και να συντροφεύει τους υπόλοιπους! Εύχομαι μόνο, ταπεινά, να ζήσω όσο χρειάζεται για να δω αυτή την προσπάθεια να ευδοκιμεί...


ΦΙΛΟΙ ΜΟΥ, ΣΑΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ!!!


ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗ ΣΕΛΙΔΑ ΑΡΧΗ ΣΕΛΙΔΑΣ

Περιμένω τα e-mail σας στη διεύθυνση:
bigpanda2001@gmail.gr

ΜΗ ΜΕ ΓΡΑΨΕΙΣ, ΓΡΑΨΕ ΜΟΥ !