ΟΞΕΙΑ ΜΥΕΛΟΒΛΑΣΤΙΚΗ ΛΕΥΧΑΙΜΙΑ |
Ένα βήμα πιο κοντά στο Θάνατο, ένα βήμα πιο κοντά στη Ζωή... |
|
Νους υγιής εν σώματι υγιή! |
|
|
Θέλω να μοιραστώ μαζί σας αυτή τη μικρή μου ιστορία, όχι για κανέναν άλλο λόγο αλλά για να σας δείξω, εν τέλει, πόσο αφάνταστα βλαβερή για την υγεία αποδεικνύεται συχνά η ηλιθιότητά μας! Για ν' ανοίξω τα μάτια σε όσους από σας (ελπίζω κανένας!) τριγυρνάτε το ίδιο τυφλοί, όπως γυρνούσα εγώ κάποτε και τσαλαπατούσα τα άνθη της ζωής μου με τα ίδια μου τα άρβυλα! Για να σας ταρακουνήσω, όσοι χρειάζεστε ταρακούνημα, να ξυπνήσετε! Να ξυπνήσετε και να δείτε πως εμείς οι ίδιοι καταστρέφουμε τους εαυτούς μας, με την αναίσθητη σκέψη και τον ανεγκέφαλο ψυχισμό μας! Πάρτε για παράδειγμα το πάθημά μου και διδαχτείτε από το μάθημά μου! Μάθετέ το απ' έξω κι ανακατωτά! Επαναλαμβάνετέ το συνέχεια, μέχρι που να ξυπνάτε ιδρωμένοι τα βράδια φωνάζοντάς το! Μάθετέ το, να το θυμάστε ισοβίως, πως με ό,τι νόμισμα πληρώνεις τον εαυτό σου, με το ίδιο νόμισμα πληρώνεσαι! Λουλούδια σπέρνεις, κήπους θα θερίσεις! Σκατά σπέρνεις, σκατά θα θερίσεις! |
|
Τώρα βέβαια, όσο κι αν εγώ το πιστεύω ακράδαντα, δεν υπάρχει τρόπος να σας αποδείξω ότι η ψυχική μου κατάπτωση (ακριβέστερα κατάντια!) ήταν υπεύθυνη για τη λευχαιμία μου. Ουσιαστικά, δε μπορώ ν' αποδείξω τίποτα ούτε στον εαυτό μου τον ίδιο. Όλα είναι, απλά, θέμα πίστης. Ίσως, με βολεύει να πιστεύω πως αιτία της νόσου ήταν ο τρόπος που ΔΕΝ ζούσα τη ζωή μου κι έπνιγα την κάθε μου ανάσα μέσα σε στεναγμούς απελπισίας! Ίσως, με βολεύει καθώς έχω συνηθίσει ν' αναζητώ παντού αιτίες και συμπεράσματα και αδυνατώ να υποψιαστώ ο,τιδήποτε άλλο. Κανείς δεν το ξέρει να μου πει γι' αυτό κι εγώ πιστεύω ό,τι θέλω! Στην Ελλάδα ζούμε, επιτέλους, και είσαι ό,τι δηλώνεις! Έτσι κι εγώ, δηλώνω ψυχοπαθής! Δηλώνω ηττοπαθής, δηλώνω μοιρολάτρης, δηλώνω σαν αιτιολογία της νόσου τον ψυχισμό μου τον κατάμαυρο, τον ερεβώδη και τον βορβορώδη! Κατηγορώ τον εαυτό μου ως δράστη, και μάλιστα εκ προμελέτης, αυτού του στυγερού εγκλήματος, αλλά και τον ευχαριστώ! Τον ευχαριστώ γιατί με σκότωσε κι έτσι, δίχως να το θέλει, με απελευθέρωσε! Τον ευχαριστώ γιατί εφόνευσε τον παλιό, παρασιτικό μου εαυτό και ανέστησε έναν αγωνιστή, ένα δημιουργό. Γιατί αποτελείωσε έναν χαμερπή γυμνοσάλιαγκα κι έπλασε έναν Άνθρωπο! Τον ευχαριστώ γιατί τράβηξε το χαρτί 13 της τράπουλας ταρό! Και τον ευχαριστώ, τέλος, γιατί πήρα το μάθημά μου, έστω κι αν το τίμημα είναι η ίδια μου η ζωή! Γιατί ξύπνησα και γιατί δεν πρόκειται πια να πεθάνω ανθρωπάκι αλλά ελεύθερος απ' τη μιζέρια! |
Η αλήθεια είναι ότι ποτέ δεν ήμουν χαρακτήρας ιδιαίτερα αισιόδοξος. Με την παραμικρή ευκαιρία, με το ελάχιστο ερέθισμα, βυθιζόμουν σε βάθη ζοφερά μελαγχολίας και απελπισίας. Όλα μου φταίγανε, όλα ήταν μάταια, δίχως νόημα και δίχως σκοπό. Δεν υπήρχε στη ζωή μου το γλυκό και νηπενθές φως μιας ανοιξιάτικης λιακάδας, παρά μονάχα η φευγαλέα και σκληρή λάμψη του κεραυνού και της αστραπής, γιατί μονάχα καταιγίδες καταδέχονταν την καρδιά μου και αχανή βαλτοτόπια ήσαν οι σκέψεις μου! Μόνιμος ένοικος στην ψυχή μου ήταν πλέον η υγρασία κι ενίοτε θέριευε αβάσταχτα, γλιστρούσε και ξεχείλιζε απ' τα μάτια μου. Μέχρι που, κάποτε, άρχισα να μυρίζω... μούχλα! |
Η κατάσταση, βέβαια, δεν ήταν πάντα τόσο τραγική. Κάποτε, πιο παλιά, η μελαγχολία και η απομόνωση ήταν για μένα τα γρανάζια της φαντασίας μου και η κινητήριος δύναμη της δημιουργίας! Ήταν το μαγικό πρίσμα που μου αποκάλυπτε μιαν άλλη πραγματικότητα, μια διαφορετική προοπτική! Ήταν το θόλωμα απ' το δάκρυ που γλύκαινε τα χρώματα ή το κάψιμο του πόνου που αφύπνιζε την ψυχή και τη συνείδηση! Αυτά τα παιχνίδια, όμως, είναι επικίνδυνα! Κάποτε, πριν τρία χρόνια περίπου (1998), έχασα τον έλεγχο. Σιγά-σιγά και ανεπαίσθητα στην αρχή, άρχισα να ξεφεύγω και να με παίρνει η κάτω βόλτα. Η μελαγχολία έπαψε να μου δίνει φτερά, βάρυνε, πέτρωσε, και κατρακυλούσε παρασύροντάς με μαζί της σε βάθη αχανή! Ένα σκοτάδι πηχτό, που στην αρχή έσκασε μύτη δειλά-δειλά, κατόπιν, ξεθάρρεψε και θρασύδειλα απλώθηκε μες στην καρδιά μου. Ρίζωσε βαρύ και πεισιθάνατο. Ίδιο καρκίνωμα, όρισε το βασίλειό του στα σπλάγχνα μου κι απομυζούσε κάθε μου δύναμη κι ενέργεια. Σκέψεις μακάβριες άρχιζαν να πολιορκούν το μυαλό μου και πολλά βράδια ξυπνούσα τρομαγμένος, με ταχυπαλμίες κι έναν αφόρητο, ασφυκτικό πανικό θανάτου να πνίγει τις ανάσες μου! Έφτασαν μέρες που η ματαιότητα εξόριζε κάθε άλλη σκέψη κι έκανε τα πάντα να φαντάζουν αβάσταχτα κι επώδυνα! Και τότε ήταν που άρχισα, σιγά-σιγά, να παρακαλώ το θάνατο, άλλοτε δειλά κι άλλοτε με λυγμούς, άλλοτε με ποιήματα κι άλλοτε με προσευχές, να έρθει και να με απαλλάξει απ' τη μοναξιά και την απελπισία μου! |
"When you have eliminated the impossible, |
|
Μ' αυτά και μ' εκείνα, πέρασαν οι μέρες, πέρασαν οι βδομάδες και οι μήνες κι έφτασαν τα Χριστούγεννα κι η Χίος. Μέχρι τότε, ομολογώ, δεν είχα ιδιαίτερα προβλήματα. Άλλοτε περνούσα καλά, άλλοτε μέτρια, άλλοτε πάλι έπηζα, σε γενικές όμως γραμμές η θητεία μου κυλούσε ομαλά και σωτήρια. Όταν, όμως, με το κακό έφτασα στη Χίο τα πάντα άλλαξαν 180 μοίρες (για να μην πω 360)! Η Χίος, το πιστεύω απ' τα βάθη της ψυχής μου, στάθηκε για μένα ο τάφος μου! Ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι, ήταν το ποτάμι δίχως επιστροφή! Και από θέμα κούρασης, και από θέμα ψυχολογίας! |
Μερικά πράγματα, απλά δεν τα ανέχομαι! Απλά, δεν τα σηκώνει το πετσί μου! Δε νομίζω, φυσικά, ότι υπάρχουν πολλοί οι οποίοι αρέσκονται στη λογική του στρατού (όσοι είναι τόσο ανώμαλοι, ασφαλώς δεν κυκλοφορούν ελεύθεροι, γίνονται μόνιμοι), αλλά συγκριτικά με τους υπόλοιπους, έβλεπα τον εαυτό μου να υποφέρει πολλαπλάσια και να λιώνει μέρα με τη μέρα σαν το κεράκι, χωρίς να μπορεί να εκτονωθεί πουθενά. Ούτε κατάφερνα να παίρνω το στρατό στ' αστεία, ούτε να περνάω τα πράγματα στο ντούκου, που λένε. Κι απ' την άλλη πάλι, δεν ήθελα να υπηρετήσω ούτε λεπτό παραπάνω γι' αυτό δώσ' του και κατάπινα ανοησίες, παραλογισμούς, προσβολές και δεν έβγαζα κουβέντα. Δε θα κάτσω, βέβαια, ν' αναλύσω εδώ τη λογική του στρατού. Το πώς μπορεί να τρέχεις όλη μέρα εξαιτίας της ανευθυνότητας κάποιων άλλων, φαντάρων τε και αξιωματικών, ή εξαιτίας της στενοκεφαλιάς, της ηλιθιότητας και των παραισθήσεων μερικών στελεχών, απ' τον τελευταίο δυσλεκτικό, μπέμπη δεκανέα έως και τον ψωνισμένο, στρατάρχη Πετέν και πολυχρονεμένο, διοικητή του τάγματος! Δε θα κάτσω να τ' αναλύσω όλα αυτά, αλλά θα αναλύσω την ψυχολογία μου. Αυτή τη ρημάδα ψυχολογία που λειτουργούσε σα χύτρα ταχύτητος χωρίς δικλείδα ασφαλείας. Σαν θεο-σφράγιστη χύτρα, που μάζευε, μάζευε αλύπητα ατμούς κι όλο πλησίαζε στον κορεσμό,
κι όλο πλησίαζε στα όριά της! |
Σαν να μην έφτανε, τώρα, η κούραση από μόνη της, σαν ευσυνείδητος αυτόχειρας, όποτε μου δινόταν η ευκαιρία, στρίμωχνα το ηθικό μου σε μια γωνιά και το γρονθοκοπούσα αλύπητα! Εκείνους τους δύο τελευταίους μήνες στη Χίο, καθώς και τον ένα στο Κιλκίς λίγο πριν τη διάγνωση, αν παρομοίαζε κάποιος τον εαυτό με σκουπίδι το πιθανότερο είναι πως θα τον υπερεκτιμούσε! Η ψυχή μου ασφυκτιούσε σε βάθη αβυσσαλέα! Εκεί που άλλοι λένε "πιάσαμε πάτο", εγώ συνέχιζα, με νύχια και με δόντια, να σκάβω τον πυθμένα ώστε να φτάσω ακόμα βαθύτερα! Κάθε στιγμή, κάθε αίσθηση, κάθε σκέψη και συναίσθημα, έμοιαζαν να με πνίγουν δίχως έλεος. Δεν υπήρχε διέξοδος από πουθενά, τα πάντα με βάραιναν και με γονάτιζαν. Η ζωή μου ήταν μια μόνιμη απελπισία κι ένας διαρκής κόμπος στο λαιμό και στο στήθος. Στις εξόδους, ήμουν εντελώς αντικοινωνικός κι απόμακρος, ένα ράκος που σεργιάνιζε ολομόναχο στους δρόμους της Χίου, αναμετρώντας διαρκώς, με απέχθεια, τις στιγμές που θα επέστρεφε στο στρατόπεδο. Στο Κιλκίς δε, με το ζόρι μιλούσα σε άνθρωπο! Όσο περισσότερο περνούσε ο καιρός, τόσο πιο μακρινή κι απίθανη, εξατμιζόταν στην ψυχή μου η ελπίδα της απόλυσης. Ήταν, πλέον, η θητεία μου ένα φορτίο ασήκωτο κι εγώ σπαρταρούσα από κάτω του, κομματιασμένος και πολτοποιημένος. Ένα ανθρώπινο μηδενικό, ένας υπάνθρωπος, περιφερόμουν στο πουθενά, αναζητώντας απλά το χαμό μου! Το χαμό εκείνον που, ήδη θέριευε μες στο κορμί μου, ήδη μου 'δειχνε τα πρώτα του σημάδια, ήδη μου χαμογελούσε μ' εκείνο το "σαπισμένο του χαμόγελο"! Κι αν δεν έδινα σημασία ιδιαίτερη στα σημάδια στο κορμί μου, ωστόσο δε μπορούσα ν' αγνοήσω τα συνεχή προμηνύματα της παρακμής και του θανάτου στην ψυχή μου! Γιατί δε μπορούσα να γαληνέψω με τίποτα εκείνο το ασίγαστο προαίσθημα στην καρδιά μου, εκείνο το προαίσθημα ενός επερχόμενου τέλους. Εκείνη την ανεξήγητη βεβαιότητα που ωρίμαζε, μέρα με τη μέρα, και μου ψιθύριζε μυστικά πως ο χαμός που τόσο αποζητούσα, από καιρό, θα γινόταν σύντομα πραγματικότητα... |
Πες το σύμπτωση, πες το διαίσθηση, ήξερα πια τι θα συμβεί! Οι γιατροί απλώς επιβεβαίωσαν το φόβο μου, απλώς μετέτρεψαν την υποψία σε βεβαιότητα. Τίποτε περισσότερο, τίποτε λιγότερο! Δεν ήταν παρά η φυσική κατάληξη μιας μακρόχρονης πορείας παρακμής και παραίτησης. Μιας πορείας που ξεκίνησε πριν τρία σχεδόν χρόνια και είχε τέλος εγγυημένο και προδιαγεγραμμένο. Φυσικά, δε μπορώ να υποστηρίξω σαν μοναδική υπεύθυνο, για όλα αυτά, την ψυχολογία μου. Πιστεύω, απλά, πως λειτούργησε σαν συνένοχος και πως εκείνη έδωσε τη χαριστική βολή. Πιστεύω πως ο οργανισμός μου, για μεγάλο χρονικό διάστημα, υπόμενε όλες τις πιέσεις οριακά, πως σερνόταν αποκαμωμένος κι εξαντλημένος χωρίς τη δυνατότητα να στηριχθεί ξανά στα πόδια του από μόνος του. Κι εγώ στο σημείο αυτό, αντί ν' απλώσω το χέρι μου, αντί να σκύψω και να τον βοηθήσω όπως μπορούσα, έκανα ό,τι χειρότερο ήταν δυνατό να κάνω: του στέρησα με τη συμπεριφορά μου και τις τελευταίες, τις ύστατες δυνάμεις που του είχαν απομείνει, τις δυνάμεις της ψυχής! Ε, μετά από όλα αυτά νομίζω πως όχι μόνο ήταν αναπόφευκτο αυτό που έπαθα, αλλά το άξιζα κιόλας! Πώς να περιμένεις αγάπη απ' το κορμί σου, όταν το κακομεταχειρίζεσαι με τον πιο βάναυσο τρόπο; Πώς να περιμένεις αγάπη όταν δε δίνεις αγάπη; Ό,τι πληρώνετε, φίλοι μου, θα πληρωθείτε! Κι αν πληρώνετε με δαγκωματιές να είστε σίγουροι ότι στο τέλος θα κατασπαραχθείτε... |